χρησιμεύω — to be useful pres subj act 1st sg χρησιμεύω to be useful pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρησιμεύω — χρησιμεύω, χρησίμεψα βλ. πίν. 17 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
χρησιμεύω — ΝΜΑ [χρήσιμος] είμαι χρήσιμος σε κάποιον για κάτι … Dictionary of Greek
χρησιμεύω — χρησίμευσα και χρησίμεψα 1. είμαι χρήσιμος, χρειάζομαι: Σε τίποτα δε χρησιμεύει πια αυτό το μηχάνημα. 2. είμαι ωφέλιμος σε κάποιον: Οι οδηγίες του θα σου χρησιμεύσουν … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
χρησιμεύσει — χρησιμεύω to be useful aor subj act 3rd sg (epic) χρησιμεύω to be useful fut ind mid 2nd sg χρησιμεύω to be useful fut ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρησιμεύσουσι — χρησιμεύω to be useful aor subj act 3rd pl (epic) χρησιμεύω to be useful fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) χρησιμεύω to be useful fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρησιμεύσουσιν — χρησιμεύω to be useful aor subj act 3rd pl (epic) χρησιμεύω to be useful fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) χρησιμεύω to be useful fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρησιμεύσω — χρησιμεύω to be useful aor subj act 1st sg χρησιμεύω to be useful fut ind act 1st sg χρησιμεύω to be useful aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρησιμεύσῃ — χρησιμεύω to be useful aor subj mid 2nd sg χρησιμεύω to be useful aor subj act 3rd sg χρησιμεύω to be useful fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρησιμεύῃ — χρησιμεύω to be useful pres subj mp 2nd sg χρησιμεύω to be useful pres ind mp 2nd sg χρησιμεύω to be useful pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεχρησίμευκεν — χρησιμεύω to be useful perf ind act 3rd sg χρησιμεύω to be useful plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)